Με την εγκύκλιο ΥΠ.ΕΣ. εγκ.426/77233/13.11.2020, δόθηκαν διευκρινίσεις σχετικά με την λειτουργία των οργάνων της δημόσιας διοίκησης και της Τοπικής Αυτοδιοίκηση ενώ βρισκόταν σε ισχύ η ΚΥΑ Δ1α/Γ.Π.οικ.: 71342/06.11.2020 (ΦΕΚ 4899/06.11.2020 τεύχος Β’) για το χρονικό διάστημα από 03.11.2020 έως 30.11.2020.
Τώρα την παραπάνω ΚΥΑ αντικατέστησε ως 07.01.2021, ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.οικ.: 80588/14.12.2020 (ΦΕΚ 5509/15.12.2020 τεύχος Β’) η οποία με την περ. 2 της παρ. 1 του άρθρου 1 προβλέπεται ότι οι συνεδριάσεις των συλλογικών οργάνων μπορούν να γίνονται μέσω τηλεδιάσκεψης και διά ζώσης με τη συμμετοχή έως 7 ατόμων.
Θυμίζουμε ότι στην εγκύκλιο αναφέρεται ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 της από 11 Μαρτίου 2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Π.Ν.Π.) (Α’ 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α’ 76), τα συλλογικά όργανα μπορούν να συνεδριάζουν με τους ακόλουθους τρόπους, κατ’ επιλογή του προέδρου τους:
-Με τηλεδιάσκεψη, η οποία πραγματοποιείται με κάθε πρόσφορο τηλεπικοινωνιακό μέσο, όπως εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης με δυνατότητα βιντεοκλήσης, skype, κ.ά.
-Δια περιφοράς, η οποία πραγματοποιείται, με έκδοση πρόσκλησης από τον Πρόεδρο του συλλογικού οργάνου, με την οποία περιγράφεται η δια περιφοράς λήψη της απόφασης και εφόσον, συμμετέχουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα (2/3) των μελών του συλλογικού οργάνου
-Κεκλεισμένων των θυρών, εφόσον οι συμμετέχοντες είναι έως επτά (7) άτομα (συμπεριλαμβανομένου και του πρακτικογράφου, και όποιων άλλων συμμετεχόντων) και τηρουμένης της απόστασης του ενάμισι (1,5) μέτρου μεταξύ των συμμετεχόντων.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 της από 11 Μαρτίου 2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Π.Ν.Π.) (Α’ 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α’ 76), κατά το διάστημα λήψης των μέτρων αποφυγής της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, η λήψη των αποφάσεων των πάσης φύσεως συλλογικών οργάνων των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού και των διοικητικών συμβουλίων των εποπτευόμενων νομικών τους προσώπων μπορεί να λαμβάνει χώρα είτε διά περιφοράς κατά τις προβλέψεις της παρ. 5 του άρθρου 67 και της παρ. 1 του άρθρου 167 του ν. 3852/2010 (Α’ 87), είτε διά τηλεδιάσκεψης με κάθε πρόσφορο τηλεπικοινωνιακό μέσο. Στην περίπτωση της δια ζώσης σύγκλησης των συμβουλίων, οι συνεδριάσεις πραγματοποιούνται κεκλεισμένων των θυρών.
Ετσι όπως το ερμηνεύει η εγκύκλιος ( η οποία προσοχή! Δεν αποτελεί ούτε Υπουργική Απόφαση, ούτε νόμο δημιουργεί σαφή προβλήματα νομιμότητας. Πρώτον διότι κάποιοι δήμοι κάνουν δια περιφοράς και με τηλεφωνικές συνεννοήσεις ενώ δεν τηρούν την απαρτία των 2/3 που δεν αποδεικνύεται από πουθενά μέσω τηλεφώνων και από την άλλη σύμφωνα με τις εγκυκλίους ουσιαστικά εννοείται ότι ισχύουν και οι κανόνες της δια περιφοράς αποφάσεων. Όμως σε πάρα πολλές περιπτώσεις τα δικαστήρια έχουν υποστηρίξει κατηγορηματικά ότι όχι μόνο δεν εννοείται, αλλά αν το ήθελε να το συμπεριλάβει ο νομοθέτης θα το έγραφε.
Μπορεί οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις να κάνουν τα στραβά μάτια, αλλά αν μια υπόθεση φτάσει στα δικαστήρια από κάποια ένσταση, τότε οι ερμηνείες θα είναι πολύ διαφορετικές και από τις εγκυκλίους.
Στον δήμο Πόρου και στον Δήμο Κυθήρων μάλιστα οι δημοτικές αρχές επικαλούνται ότι έχουν βρει μια «πατέντα» και ότι έχουν ξεπεράσει το εμπόδιο της απαρτίας των 2/3 στην δια περιφοράς. Η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής που έχει λάβει γνώση του θέματος και γνωρίζει πολύ καλά ότι οι αποφάσεις είναι άκυρες, τις αφήνει και εκτελούνται κανονικά.
Επιπλέον να θυμίσουμε ότι τόσο η παρ. 5 του άρθρου 67, όσο και η παρ. 1 του άρθρου 167 του ν. 3852/2010 (Α’ 87), μιλάνε για κατεπείγοντα θέματα κάτι το οποίο δεν μπορεί να το αναιρέσει μια εγκύκλιος. Η εγκύκλιος δεν υπερισχύει του νόμου και σε καμία περίπτωση δεν τον συμπληρώνει. Ένα δικαστήριο ακολουθεί τους νόμους και ποτέ τις εγκυκλίους. Ενας δικαστής ξέρει να διαβάζει νόμους δεν θα του πει ένας δημόσιος υπάλληλος το τι λέει ο νόμος.
«Οι εγκύκλιοι διαταγές, οι οποίες εκδίδονται από προϊστάμενες διοικητικές αρχές, οι οποίες ασκούν είτε τον ιεραρχικό έλεγχο είτε τη διοικητική εποπτεία, απευθύνονται στις υφιστάμενες αρχές ή σε εποπτευόμενα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία πρόκειται να εκδώσουν την εκτελεστή πράξη και παρέχουν οδηγίες ή έκφραση αντιλήψεων σχετικά με την ορθή ερμηνεία νεοπαγούς εφαρμοστέου νόμου ή κανονιστικής απόφασης ή την εφαρμογή τους σ’ ένα ορισμένο θέμα. Γι’ αυτό ονομάζονται ερμηνευτικές εγκύκλιοι κι έχουν ως σκοπό την ομοιόμορφη ερμηνεία κι εφαρμογή των νόμων και συνεπώς τον περιορισμό ανασφαλειών, που συνδέονται με τη νομική ερμηνεία. Ως εκ τούτου, εξομοιώνονται με τις διατυπωθείσες στην επιστήμη και τις διαμορφωθείσες στη νομολογία ερμηνείες, οι οποίες λαμβάνονται συχνά υπόψη για την αντιμετώπιση μιας συγκεκριμένης περίπτωσης. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανήκουν και οι πράξεις που απλώς κοινοποιούν το νόμο ή τη διοικητική κανονιστική απόφαση, καθώς κι εκείνες με τις οποίες παρέχονται συστάσεις όπως τηρηθεί σ’ ένα συγκεκριμένο θέμα ορισμένος τρόπος ενεργείας». (Γέροντας Α., Οι Εγκύκλιοι (νομική φύση, διακρίσεις, δικαστικός έλεγχος), 1993 Αθήνα-Κομοτηνή).