Η Ολομέλεια του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 2377/2022 απόφασή της έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι οι διατάξεις των ν. 4623/2019 και 4625/2019 με τις οποίες θεσπίσθηκαν αλλαγές στον τρόπο συγκροτήσεως της οικονομικής επιτροπής και της επιτροπής ποιότητας ζωής των Δήμων, καθώς και των Διοικητικών Συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων (Δ.Ε.Υ.Α. κ.λπ.), προκειμένου στα όργανα αυτά να υπάρχει πλειοψηφία της παρατάξεως του δημάρχου είναι:
α) κατά το μέρος που δεν καταλαμβάνουν την αμέσως επόμενη των εκλογών της 26ης Μαΐου 2019 και της 2ας Ιουνίου 2019δημοτική περίοδο, δεν είναι αντίθετες σε κάποια συνταγματική ή υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή, και
β) κατά το μέρος όμως που καταλαμβάνουν τη δημοτική περίοδο η οποία διανύεται μετά τις εκλογές της 26ης Μαΐου και της 2ας Ιουνίου 2019, ο νομοθέτης παρενέβη, αμέσως μετά τη διεξαγωγή των εκλογών στη λειτουργία των Ο.Τ.Α. Α΄ βαθμού, επιφέροντας δύο βασικές αλλαγές στο υφιστάμενο σύστημα, οι οποίες είναι μεταξύ τους αλληλένδετες, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 52 και 102 παρ. 2 του Συντάγματος.
Το σημείο δηλαδή που επικεντρώνει το ΕτΣ είναι ότι μετεκλογικά άλλαξαν οι όροι του παιχνιδιού και η ετυμηγορία της λαϊκής βούλησης ενώ για τις μελλοντικές δημοτικές θητείες οι διατάξεις είναι γνωστές εκ των προτέρων, και αποτελούν δεδομένο πριν και όχι μετά την κάλπη και την έκφραση της βούλησης των πολιτών!
Επίσης πολύ σημαντικό επιχείρημα της απόφασης είναι ότι κατά τον χρόνο ψηφίσεως των σχετικών διατάξεων, δεν είχε δοκιμαστεί στην πράξη η εφαρμογή του συστήματος της απλής αναλογικής που είχε εισαχθεί με τον ν. 4555/2018 στη διοίκηση των δήμων, προκειμένου να δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, αναγόμενους στην ομαλή λειτουργία αυτών, η τόσο σοβαρή και έντονη επέμβαση του νομοθέτη στη θέληση των εκλογέων, με την εφαρμογή των επίδικων ρυθμίσεων και κατά την τρέχουσα δημοτική περίοδο.